Οι ασφαλιστικές εισφορές στα ταμεία ασφάλισης και η καταχώρησή τους ως δαπάνη στα λογιστικά βιβλία απο 01/01/2013.
Μετά από τις παραπάνω «ιστορικές» εξελίξεις για την περιβόητη αυτή δαπάνη, φθάσαμε στον νόμο 4110/2013. Με το άρθρο 1, παρ.1 του νόμου αυτού, αντικαθίσταται εξ αρχής το άρθρο 9 του ΚΦΕ και στις 13 νέες παραγράφους του δεν γίνεται αναφορά στη δαπάνη των εισφορών προς τα ταμεία, ούτε και ως ποσοστού μείωσης από τον φόρο. Ισχύς για εισοδήματα που αποκτώνται από1/1/2013 (η δαπάνη για τις ασφαλιστικές εισφορές αφαιρείται από τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα κάθε διαχειριστικής χρήσης).
Ωστόσο ο νομοθέτης έπρεπε να αποφασίσει τον τρόπο με τον οποίο θα «διαχειριστεί» την συγκεκριμένη δαπάνη. Έτσι λοιπόν αποφασίζεται η δαπάνη να αλλάξει «στέγη» και να μεταφερθεί στο άρθρο 31 του ΚΦΕ (λογιστικός προσδιορισμός του καθαρού εισοδήματος), το οποίο αφορά στη ρύθμιση θεμάτων του εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις (με την ευρεία έννοια και από ελευθέρια επαγγέλματα). Στην περίπτωση α της παρ. 1 του άρθρου 31 προστίθεται νέα υποπερίπτωση (εε) ως εξής: «…του ποσού της δαπάνης των εισφορών που καταβάλλονται σε ταμεία ασφάλισης, εφόσον η καταβολή τους είναι υποχρεωτική από τον νόμο, καθώς και το ποσό των καταβαλλομένων εισφορών στις περιπτώσεις προαιρετικής ασφάλισης σε ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο».
Στο σημείο αυτό, θεωρείται σκόπιμο να υπογραμμίσουμε ότι η δαπάνη αυτή είναι καθαρά προσωπική και αφορά τον υπόχρεο σε ασφάλιση έμπορο, βιοτέχνη, επαγγελματία. Άρα πρέπει ο ίδιος να φροντίζει για την εμπρόθεσμη καταβολή της, δεδομένου ότι αναφέρεται τόσο στην ιατροφαρμακευτική του κάλυψη, ως ενεργού εργαζόμενου, όσο και στην συνταξιοδοτική του παροχή, όταν θα φθάσει η ώρα να αποχωρήσει από το πεδίο του επαγγελματικού του στίβου.
Εν τούτοις, κατά την γνώμη μας, σύμφωνα με την παραπάνω τροποποίηση, η δαπάνη αλλάζει (;) χαρακτήρα και από ατομική για τον συγκεκριμένο υπόχρεο σε ασφάλιση έμπορο, βιοτέχνη, επαγγελματία μετατρέπεται σε επιχειρηματική, δηλαδή λαμβάνει μέρος στον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος από επιχείρηση ή επάγγελμα και όχι στον καθορισμό του ατομικού εισοδήματος του φορολογούμενου. Βέβαια, εφόσον έχουμε ατομική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα, δεν υπάρχει κάποια ένσταση. Είναι ασφαλώς δίκαιο να αφαιρείται από το ακαθάριστο εισόδημα, έστω ως δαπάνη που καταχωρίζεται στα λογιστικά βιβλία.
Όμως με τα νομικά πρόσωπα, τι γίνεται;
Οι εταιρείες, τα μέλη των οποίων υποχρεωτικά ασφαλίζονται, λόγω της συμμετοχής τους σε αυτές, ή οι ΑΕ, οι μέτοχοι (3% ή 5%) των οποίων είναι και μέλη των διοικητικών συμβουλίων τους, υποχρεούνται ως νομικά πρόσωπα να καταβάλλουν αυτές τις εισφορές;
Αν οι εταιρείες δεν δεχθούν να τις καταβάλουν, για οποιονδήποτε λόγο, θα «χάνονται» φορολογικά;
Θα καταβάλλονται από τις εταιρείες και θα χαρακτηρίζονται ως «παροχή» για τους υπόχρεους σε ασφάλιση εταίρους – μετόχους, άρα θα έχουμε και παρακράτηση φόρου; (άρθρο 25, παρ. 5, σε συνδυασμό με το άρθρο 54 του ΚΦΕ).
Κατά την έννοια αυτή, θα έχουμε εισόδημα για τα φυσικά πρόσωπα, αφού κάποιος άλλος (η εταιρεία) καταβάλλει το κόστος της ασφάλισής τους.
Πώς θα αντιμετωπίζεται η περίπτωση κατά την οποία καταβάλλεται μισθός σε μέλη ΔΣ ανώνυμης εταιρείας, για τις υπηρεσίες που παρέχουν βάσει ειδικής σύμβασης μίσθωσης εργασίας ή εντολής; (άρθρο 28, παρ. 3, περ στ, του ΚΦΕ).
Ερωτηματικά, που ελπίζουμε να απαντηθούν σύντομα...
πηγή: άρθρο του Λογιστή-Φοροτεχνικού Νίκου Σγουρινάκη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου